Cuminum cyminum
Χώρα Προέλευσης: Ινδία
Το κύμινο είναι ο σπόρος ενός ετήσιου ποώδους φυτού, Cuminum cyminum, μέλος της οικογένειας του μαϊντανού που φυτρώνει στην Αίγυπτο. Έχει καλλιεργηθεί από την αρχαιότητα στις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου. Οι αναφορές δείχνουν ότι το κύμινο χρησιμοποιήθηκε από τους αρχαίους Αιγυπτίους, Έλληνες και Ρωμαίους. Το κύμινο εισήχθη στη Λατινική Αμερική από τους Ισπανούς εξερευνητές.
Το κύμινο έχει ένα ζεστό, γήινο άρωμα αλλά ταυτόχρονα ισχυρό και διεισδυτικό. Η γεύση του είναι γλυκιά και πικρή με ήπιες πικάντικες νότες. Αν αγοραστεί τριμμένο, είναι καλύτερο να το διατηρήσετε σε αεροστεγές δοχείο και να το ανανεώνετε δύο φορές το χρόνο, καθώς χάνεται η οξύτητα του με τον καιρό.
Σήμερα το κύμινο συναντάται σε διάφορες κουζίνες. Είναι βασικό καρύκευμα για το μαροκινό κουσκούς, για τα τούρκικα κεφτεδάκια και τα ελληνικά σουντζουκάκια, για τα πορτογαλικά λουκάνικα και για τα λουκάνικα merguez από τη Βορειοδυτική Αφρική. Το κύμινο σε σκόνη υπάρχει ως συστατικό στο ''advieh'' το οποίο είναι ένα μείγμα μπαχαρικών που χρησιμοποιείται στις ιρανικές συνταγές για να αρωματίσει πιάτα κοτόπουλου και ρυζιού. Μπορεί επίσης να βρεθεί σε διάφορα μείγματα μπαχαρικών όπως στο baharat, berbere, garam masala, κάρυ και σε διάφορες σκόνες τσίλι. Το κυμινο μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ως καρύκευμα σε συνταγές με κοτόπουλο και αρνί, σούπες με φακές και φασόλια, καθώς επίσης και σε ψητά λαχανικά όπως μελιτζάνες και πατάτες φούρνου ή στο γκριλ.
Το κύμινο σε σκόνη συνδυάζεται με ρίγανη, θυμάρι, κουρκουμά, κρόκο ή σαφράν, κανέλα, γλυκάνισο, τριμμένο γαρύφαλλο, κόλιανδρο, μοσχοκάρυδο, πάπρικα, κύμινο και κάρδαμο.